Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Μπρε μπρε μπρε του Μπουρανί: Καθαρή Δευτέρα στον Τύρναβο

«Μπρε, μπρε, μπρε το μπουρανί,
κι τσ’ Χαλάτσινας το ....

 από το blog giorgos zacharakis
Τα ταμπού και οι απαγορεύσεις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι στην ιστορία μιας κοινωνίας. Είναι εκείνα τα στοιχεία που κρατούν ζωντανές στην μνήμη σας, ενέργειες των προγόνων σας, πάνω σε διάφορα θέματα, πιστοποιώντας αν μη τι άλλο τις ρίζες και την προέλευση σας. Ένα από αυτά τα έθιμα που έκανα τον Τύρναβο ξακουστό είναι το έθιμο του «Μπουρανί» την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας.
Η Καθαρή Δευτέρα γενικά είναι μια μέρα χαρούμενης ηθικής ελευθερίας ή χαλάρωσης, κατά την οποία οι κανόνες του κόσμιου βίου αναστέλλονται προσωρινά. Ο κόσμος γυρίζει ανάποδα και βασιλεύει η λησμονιά της καθημερινότητας: τα ταμπού και οι απαγορεύσεις παραμερίζονται και οι εκτροπές σας επιτρέπονται. Η κραιπάλη και κάποιος βαθμός έκλυσης των ηθών είναι βασικά στοιχεία των εκδηλώσεων ευθυμίας κατά την ημέρα σας Καθαρής Δευτέρας στον Τύρναβο.
Η χρησιμοποίηση σεξουαλικών και ερωτικών συμβόλων συνδυάζεται απόλυτα με τις παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις των Τυρναβιτών.

Εμβαθύνοντας το θέμα μπορούμε να πούμε πως το βέβηλο και άσεμνο είναι μια πτυχή του λαϊκού πολιτισμού που ελάχιστα έχει ανιχνευθεί και μελετηθεί, μιας που επί δεκαετίες, ίσως και αιώνες, η υποκριτικά επίπεδη αστική ηθική και σεμνοτυφία των διανοουμένων συλλογέων την αποσιώπησε και την αγνόησε, παραποιώντας την αλήθεια κάποιων συγκεκριμένων πολιτισμικών φαινομένων.
«Το μπουρανί» είναι στην κυριολεξία ένα λαϊκό πανηγύρι αλλά στην ουσία είναι η γιορτή του φαλλού και συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Για την προέλευση του, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στις πανάρχαιες εορτές των Ελλήνων: τα Διονύσια, τα Θεσμοφόρια, τα Αφροδίσια, τα Θαργήλια και κυρίως οι αλωαί που ήταν γεωργική εορτή πανάρχαια λατρεία και προθρησκευτική.
Και η δεύτερη ότι προέρχεται από Αρβανίτες που εγκαταστάθηκαν στον Τύρναβο γύρω στο 1770, λίγο πριν τα Ορφωλικά. Η δεύτερη εκδοχή μάλλον είναι και η επικρατέστερη, καθώς τεκμηριώνεται από ιστορικά στοιχεία.

Καθώς λέγεται εκείνη την εποχή, έπεσε στον Τύρναβο επιδημία χολέρας και οι περισσότεροι κάτοικοι του βρήκαν θάνατο.
Η πόλη ερημώθηκε και ο σουλτάνος της περιοχής, έφερε ένα τμήμα Αρβανιτών, για να κτίσει την καινούργια πόλη, δίπλα στην παλιά (η περιοχή αυτή ονομάζεται «Κόκκαλα» επειδή στην περιοχή θάφτηκαν όσοι βρήκαν τον θάνατο από την χολέρα).
Οι Αρβανίτες αυτοί λοιπόν καθιέρωσαν το έθιμο που σώζεται ως τις μέρες μας.
Το έθιμο αυτό λαμβάνει χώρα την Καθαρή Δευτέρα κάθε χρόνο στον Τύρναβο. Οι κάτοικοι της πόλης πηγαίνουν στο εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στα βόρεια της πόλης σ’ έναν ελεύθερο ευρύ χώρο (ένα μεγάλο αλώνι).
Η πορεία γίνεται σε πομπή της οποίας προηγούνται διάφορες ομάδες (θίασοι) μεταμφιεσμένων ή μη (μόνον ανδρών), οι οποίοι κουβαλούσαν όλα τα απαραίτητα για την λειτουργία.

Όταν η πόλη έφθανε στο χώρο του Προφήτη Ηλία εκεί κάθε ομάδα έστρωνε στο έδαφος διάφορα φαγητά και μια μεγάλη φιάλη σε σχήμα «φαλλού» γεμάτη με κρασί ή με γαλακτόχρουν κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό.
Παράλληλα άναβαν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζοταν το «Μπουρανί»μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι για να νοστιμίζει.
Αφού γινόταν το μπουρανί που είχε την μορφή σούπας σερβιριζόταν στους «μυουμένους» ως μέθεξη – συμμετοχή στα δρώμενα – και έτσι άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις.

Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν σ’ αυτό το τελετουργικό κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα και ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο.
Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν αυστηρά μόνο άντρες ενώ οι γυναίκες απείχαν, ίσως για λόγους σεμνοτυφίας λόγω των φερόμενων φαλλικών συμβόλων.
Γυναικόπαιδα παρακολουθούσαν τα δρώμενα καθώς και πλήθη επισκεπτών από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Γύρω από την φωτιά που έβραζε το μπουρανί γινόταν μεγάλος χορός με το εξής τραγούδι:
Σταματίστι να ιδούμι
ποιο τραγούδι θελ’ να πούμι
Σας’ κιαρατά του μπουρανί
κιαρατάδις το ‘φτιακναν
μασκαράδις το ‘τρουγαν.

Όταν τελείωνε το βράσιμο του «μπουρανί» όλοι μετέβαιναν δίπλα στις όχθες του Τιταρήσιου κι εκεί έτρωγαν και έπιναν εξακολουθώντας τα άσεμνα πειράγματα και τραγούδια.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το έθιμο αυτό είναι κατάλοιπο των Βακχικών τελετών που διατηρήθηκε στους αιώνες και αναβιώνει ακόμα και σήμερα δείχνοντας την προσήλωση των Τυρναβιτών στα έθιμα και παραδόσεις.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι εκείνη την εποχή της Τουρκοκρατίας εκείνος ο οποίος γίνονταν τύφλα στο μεθύσι τον ανακήρυτταν «Βασιλιά σας Αποκριάς» και αφού τον ανέβαζαν στους ώμους τον περιέφεραν γύρω-γύρω στην πλατεία με άσεμνες χειρονομίες και λόγια.
Μια άλλη εκδοχή λέει πως τον «Βασιλιά σας Αποκριάς» τον ανέβαζαν πάνω σ’ ένα γαϊδούρι ανάποδα και του έδιναν να κρατάει την ουρά του ζώου καθώς τον περιέφεραν σ’ όλη την πόλη. Το έθιμο αυτό απ’ ότι φαίνεται καταργήθηκε το 1875.
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του μπουρανιού στα πρώτα του βήματα – στην περίοδο της τουρκοκρατίας – που τα περισσότερα σώζονται μέχρι και σήμερα είναι τα εξής:

- Η σχηματιζόμενη πομπή και πορεία εκτός σας πόλεως σε ευρύ χώρο (αλώνι)
- Η συμμετοχή μόνον ανδρών στα δρώμενα.
- Η Παρασκευή του «μπουρανί» αποτελούμενου από σπόρους και άλλα φυτά σπανάκι – τσουκνίδα κλπ.
- Ο οίνος ή ούζο ή τσίπουρο που προέρχονταν από τα σταφύλια αμπέλου.
- Ο άρτος

- Τα ομοιώματα του φαλλού που κατασκευάζονται από ξύλο, πηλό ή άρτο. Οι φαλλοί κατέχουν κυρίαρχη θέση σ’ όλη την εκδήλωση που κρατούνται με τα χέρια σαν είδος σκήπτρου, ή φέρονταν δεμένα σε όρθια θέση στο μέτωπο της κεφαλής του συμμετέχοντος

- Οι χοροί, το φαγοπότι, τα τραγούδια, συνοδευόμενα από διάφορα μουσικά όργανα (πίπιζα, νταούλι, κλαρίνο κλπ).

Ας έρθουμε και στα σημερινά δεδομένα… όσο τα χρόνια περνούσαν και κυρίως προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70 οι γυναίκες αρχίζουν να παίρνουν ενεργά μέρος στο όλο τελετουργικό ιδιαίτερα μετά την δημιουργία του Σωματείου Μπουρανί 1979. Μάλιστα φτάσαμε στο σημείο, αυτό το κάποτε ανδροκρατούμενο σωματείο να αποκτήσει γυναίκα πρόεδρο στα τέλη σας δεκαετίας του ’90.
Αν λοιπόν πάρετε την μεγάλη απόφαση και επισκεφτείτε τον Τύρναβο μην ξαφνιαστείτε από τα «πειράγματα» και μην παρεξηγηθείτε αν κάποιος σας δώσει να φιλήσετε κάποιο ομοίωμα. Είναι βλέπετε το έθιμο και όλα εκείνη την μέρα επιτρέπονται. Απλά δεχτείτε το και χαμογελάστε… μέρα είναι θα περάσει!

*******

Από τα αρχαία στα τωρινά «φαλλοφόρια» - επ’ ευκαιρία της Αποκριάς

«Ποίημα αυτοσχέδιον επί τω φαλλώ αδόμενον»

Του ΒΑΣΙΛΗ ΠΛΑΤΑΝΟΥ

«Ψηλέ, λιγνέ μου κάβουρα, πώς το τρίβουν το πιπέρι, του διαβόλ’ οι καλογέροι. Με τη φτέρνα τρίβανε, σκορδοκοπανίζανε. Με το γόνα τρίβανε… Με το μπούτσο τρίβανε, σκορδοκοπανίζανε».

Είναι αποκριάτικο μιμητικό δρώμενο, οι ρίζες του βρίσκονται στον αρχαίο διθύραμβο, που ήταν ενθουσιαστικό ποίημα για να τιμηθεί ο Διόνυσος. Καθώς λένε οι γιορταστές το ποίημα, κάνουνε και την κίνηση με κάποιο μέρος από το σώμα τους στο χώμα ή στο πάλκο.

Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί Ποιητικής» παρατηρεί: «Αφού λοιπόν γινόταν αρχικά αυτοσχέδιος, και αυτή και η κωμωδία, και η μεν από των εξαρχόντων τον διθύραμβον, η δε από των εξαρχόντων τα φαλλικά, τα οποία ακόμα και τώρα σε πολλές πόλεις διατηρούνται και γιορτάζονται». Ο διθύραμβος, απ’ όπου γεννήθηκε η τραγωδία, είχε αρκετά κωμικά και σατυρικά στοιχεία.

«Φαλλικόν είναι ποίημα αυτοσχέδιον επί τω φαλλώ αδόμενον». Ητανε τραγούδια πειραχτικά και βωμολοχικά, που τραγουδούσανε μπουλούκια από μεθυσμένους (κώμοι). Αυτοί περιέφεραν έναν φαλλό τεράστιο, ιερό σύμβολο για να έχει γονιμότητα η φύση. Μια σημερινή Αποκριά, αλλά πολύ πιο ελευθερόστομη. Η κωμωδία, που κατάγεται από τα φαλλικά, φαίνεται και στις φοβερές βωμολοχίες, στο λεγόμενο «κωμωδείν», και στο γεγονός ότι οι υποκριτές στην κωμωδία, οποιοδήποτε πρόσωπο καν αν υποκρίνοταν, έφεραν πάντα κρεμασμένο ένα δερμάτινο φαλλό. Κι ερχόμαστε στα τωρινά «Φαλλοφόρια».

«Ψωμί και τυρί, τον Κύριον υμνείτε. Αν είναι και κρασί, υπερψωλοϋψούτε. Αν είναι και μουνί, εις πάντας τους αιώνας».

Αιδοίου δοξαστικό

Αποκριάτικο δοξαστικό τροπάρι για το γυναικείο αιδοίο. Στη Λέφκη που τη λένε Μάβρη, στην Αίγενα και στη Μάβρη που τη λένε Λέφκη, για να ομορφύνουνε τον τόπο, στην «Καρούλα» μαζεύονται και οργιάζουν οι αποκριάτικοι Καλικάντζαροι, θαλασσομούνια και θαλασσόμπουτσοι:

«Το μουνί το λένε Γιώτα, και το μπούτσο Παναζώτη, το κεφάλι μπαίνει πρώτα, και τ’ αρχίδια κλειούν την πόρτα».

Είναι μια σιδεροπλουμισμένη πόρτα, κατεβαίνεις μερικά σκαλοπάτια και βρίσκεσαι στην υπόγα, στο κουτούκι, όπου ο βωμός που έστησε ο Αριστοφάνης, για τον μπεκρούλιακα θεό Διόνυσο. Ορθόμπουτσος καβλωμένος, σμιλεμένος σε μάρμαρο. Γύρω η «Καρούλα», όπου εκεί πάνω τελετουργούνται τ’ αποκριάτικα όργια με διάφορους καβλομεζέδες, βαρελίσιο κρασί και όργανα:

«Το μπουζούκι παίζει ο σπάρος, μπαγλαμά ο μπακαλιάρος, την κιθάρα η σαρδέλλα, τραγουδίστρα η μποτέλα».

Πολύ παλιά η Μάβρη ήτανε θάλασσα, γεμάτη θαλασσομούνια. Πλακώσαν οι θαλασσόμπουτσοι και τα ξεπατώσανε στα γαμήσια. Μαύρισε ο τόπος και τον ονομάσανε Μάβρη. Εδώ ο Αριστοφάνης μαζώνει τους «Ονοκώλες»: Γιανίτσαρους, Κουδουνάτους, Τράγους, Προσώπεια, Μουτζούνες, Μασκαράδες, Καρνάβαλους. Είναι και οι αριστοφανικές αγαθομούνες: Απλετώ, Βυζώ, Γελώ, Βαρδένα, Μαρμάρω, Πετασιά, Χαμοδράκαινα, Στρίγγλα, Ψωλορουφήχτρα, Λυσιστράτα, που θέλει τον Αριστοφάνη να χορεύει με τον καβλωμένο μπούτσο του και να της τον χώνει στο ανάκλιντρο, γιατί αλλιώς θα τονε κουρέψει και θα κάνει το κεφάλι του κώλο ξεβράκωτο.

Του Αριστοφάνη

Στην αποκριάτικη «Καρούλα» η ταβέρνα «Ο Αρχιδομουνοκωλόβυζος» (γωνία Ορθοπούτσογλου και Πλακουμουνίου 3), με μεγάλη ποικιλία από μεζέδες, ο σεφ Παναζώτης Καβλιάρης προτείνει: κώλο ζωντοχήρας τριαντάχρονης, μουνί δασκάλας στη σχάρα, μουνί παπαδιάς πιλάφι, πούτσο καλογήρου κοκορέτσι, μουνί δακτυλογράφου σωτέ κ.λπ. Εξόν από κρασί βαρελίσιο, σερβίρονται και τα ποτά: πορδή εμφιαλωμένη, κάτουρα καλογήρου Πεντέλης. Γιατί εδώ,

«Ο θεός Διόνυσος δεν κάνει κρίση, στο φαΐ και στο γαμήσι».

Υστερα από μια σπονδή που κάνει ο Αριστοφάνης, αρχίζουνε τα «Φαλλοφόρια», οργιαστικά, αποκριάτικα:

«Τις μεγάλες αποκρές, στέκουν οι ψωλές ορθές,
και την Καθαρή Δευτέρα, παίρνουν
τα μουνιά αέρα».

Ο Αριστοφάνης διαλαλεί: «Φίλος επιζήμιος, εχθρός αποκαλείται». Και οι βακχιστές τραγουδάνε:

«Κάτω στις αλυγαριές, φέραν δυο σακιά ψωλές,
το ακούσαν οι κοπέλες,
τρέχουνε ξελιγωμένες,
το μαθαίνουνε οι χήρες,
τρέχουνε οι κακομοίρες,
τρέχει και μια παπαδιά,
δεν επρόφτασε καμιά,
πιάν’ αδειάζει τα τσουβάλια,
βρίσκει μια με δυο κεφάλια.
-Τουτ’ είναι καλή για μένα,
πουν τα σπλάχνα μ’ αναμμένα,
Σαν την ένιωθε στα σκέλια,
λιγωνότανε στα γέλια».

Ξεπετάγεται ένας «Ονόκωλος» και ξεφωνίζει:

«Το μουνί το λένε Νι
και τον μπούτσο Νικολή,
το μουνί το κακαράτο,
κακαρίζει μες στο βάτο.
Του μουνιού σου το γλωσσίδι,
μούριξε κλωτσιά στ’ αρχίδι.

Το μουνί δεν είν’ αρνί,
να το βάλεις στο παχνί.
Το μουνί θέλει παιχνίδι,
με τον μπούτσο με τ’ αρχίδι.
Το μουνί δεν είναι βιόλα,
να το παίζουνε πολλοί.
Το μουνί και το χταπόδι,
όσο το χτυπάς απλώνει».

Μια καψωμούνα φωνάζει, στριγγλίζει:
«Μάστορά μου στη ζωή σου, κάνε μια σαν τη δική σου, νάχει μπούκα, νάχει αφάλι,
σαν του γαϊδουριού κεφάλι».

Η ταβέρνα «Αρχιδομουνοκωλόβυζος» έχει και «μπουρανί», το αποκριάτικο καβλοφαγητό που γίνεται στον Τύρναβο:

«Μπρε, μπρε, μπρε το μπουρανί,
κι τσ’ Χαλάτσινας το μουνί.

Τρεις καλές νοικοκυρές
στο προσήλιο κάθονταν,
τα μουνιά τους ήλιαζαν,
μπαταριές τα τίναζαν.

Τις τρανές Αποκριές,
αποκρέβουν το τυρί,
αποκρέβουν και το νταρί,
και την Καθαρά Δευτέρα,
παίρνουν τα μουνιά αέρα.
Και του Αη Θοδώρη το Σαββάτο,
κλαίει ο μπούτσος σαν το γάτο».

Στην αριστοφανική ταβέρνα «Αρχιδομουνοκωλόβυζος» κερνάνε κι επιδόρπια. Γλυκίσματα: ψωλόχυμα κρέμα σαντιγύ, μουνόχειλα χανούμ μπουρέκ, μουνότριχες κανταΐφι, αρχίδια καλόγερου κομπόστα, βυζόρωγες δεκαοχτάρας παγωτό τουρλέ (σπεσιαλιτέ). Φρούτα: καρεκλάτο, συντριβανάτο, πισωκολλητό, τσιμπούκια για γλείψιμο.

Ο Αριστοφάνης στη Μάβρη που τη λένε Λέφκη ξεκαθαρίζει: «Εδώ στην “Καρούλα' ούτε ο θεός μάς ενοχλεί». Είναι σύγχρονα «Φαλλοφόρια» που συνεχίζουνε την παράδοση από την αρχαιότητα. Ο διθύραμβος με σπέρματα στην τραγωδία.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 08/03/2003

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου